Επιστροφή;
Προτάσεις λοιπόν για να επιστρέψουν κάποιοι από τους «ξενιτεμένους» νέους επιστήμονες στην Ελλάδα. Είναι προσωπικές απόψεις, βασισμένες σε προσωπικές εμπειρίες και σε αυτές φίλων και γνωστών που αντιμετωπίζουν το ίδιο δίλημμα: επιστροφή ή όχι;
Τι συνθήκες θα έπρεπε να δημιουργηθούν για να γίνει αυτό; Θα ξεκινήσω με ένα θέμα που απασχολεί αρκετούς, το θέμα της στρατιωτικής θητείας για τους άντρες. Εκεί έχουν γίνει πολλά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, με ρυθμίσεις που διευκολύνουν αρκετούς, π.χ. με δυνατότητα εξαγοράς της θητείας ή μειωμένη θητεία για πολλούς. Η ριζική λύση σε αυτό το πρόβλημα θα ήτανε υποχρεωτική θητεία στα 18-19 για όλους, όπως γίνεται σε αρκετά άλλα κράτη. Έτσι οι κανόνες θα ήταν ίδιοi για όλους και θα υπήρχε και δυνατότητα περαιτέρω μείωσης της διάρκεις της θητείας, μια που θα υπηρετούσαν περισσότεροι. Αυτό που συμβαίνει τώρα είναι πως πολλοί νέοι, ακόμα και κάτω των 30, διστάζουν να επιστρέψουν γνωρίζοντας πως τους πρώτους 12 μήνες θα τους περάσουνε κάνοντας... τίποτα! Όπως είχε γράψει και το Economist σε ένα αφιέρωμα για την Ελλάδα πριν λίγα χρόνια, όπου ανέφερε το πρόβλημα, για έναν απόφοιτο των καλύτερων αμερικάνικων πανεπιστημίων δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστικό να τον στέλνεις 12 μήνες στα βόρεια σύνορα με την Τουρκία... Δύο μέτρα και δύο σταθμά θα μου πείτε; Ναι, γιαυτό και προτείνω υποχρεωτική στράτευση στα 18 (άντε τώρα να βρεθεί κυβέρνηση να το κάνει...).
Κι ας υποθέσουμε λοιπόν πως κάποιος είναι σε ηλικία να εξαγοράσει τη θητεία του ή έχει υπηρετήσει μικρότερος ή έστω αποφασίζει να υπηρετήσει στα 30 του. Καταρχήν, ακριβώς λόγω του στρατού, δε μπορεί κάποιος να επιστρέψει έχοντας βρει ήδη δουλειά (εκτός και μπορεί να εξαγοράσει τη θητεία) γιατί για τον πρώτο χρόνο δε μπορεί να εργαστείς. Άρα υπάρχει η αβεβαιότητα για το αν τελικά θα βρει δουλειά...
Και ας πούμε πως βρίσκει. Δυστυχώς στη χώρα μας υπάρχουν ελάχιστες ευκαιρίες είτε στο δημόσιο (πανεπιστήμια) είτε στον ιδιωτικό τομέα που να έχουν ανάγκη εξειδικευμένους επιστήμονες (πολλοί από αυτούς που δεν επιστρέφουν έχουν διδακτορικά σε αντικείμενα που στην Ελλάδα δε χρειάζονται). Ο λόγος είναι πως τα λεφτά που δίνονται για έρευνα στην Ελλάδα είναι ελάχιστα σε σχέση με τις περισσότερες δυτικές (και όχι μόνο...) χώρες. Από το 2003 στο 2004 το ποσοστό μάλιστα έπεσε! Δίνουμε περίπου το 0.6% του ΑΕΠ μας για Έρευνα και ανάπτυξη (R&D). Οι μόνες χώρες στην Ε.Ε. με μικρότερες δαπάνες το 2004 ήτανε η Κύπρος, η Λετονία και η Μάλτα, ενώ μαζί με μας ήτανε η Πολωνία και η Σλοβακία. Ο μέσος όρος της ΕΕ είναι περίπου 1.9% με στόχο να ανέβει στο 3% το 2010. Δηλαδή, κατά μέσο όρο, στην ΕΕ, δαπανώνται τριπλάσια ποσά για ερευνητικές δραστηριότητες (και σύντομα πενταπλάσια, αν δεν κάνουμε τίποτα). Αυτό από μόνο του κάτι λέει: άμεση ενίσχυση των ερευνητικών προγραμμάτων στη χώρα μας! Το 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο, που θα ξεκινήσει από το 2007 θα είναι μία καλή βοήθεια –αν το εκμεταλλευτούμε σωστά- αλλά δε φτάνει αυτό.
Ένα ακόμη πρόβλημα είναι η δυσκολία του να ξεκινήσει κάποιος μία επιχείρηση. Υπήρχαν μάλιστα πρόσφατα άρθρα στον τύπο κατατάσσοντας μας σε μία από τις τελευταίες θέσεις του παγκόσμιου πίνακα στον τομέα αυτό. Είναι θέμα κυρίως γραφειοκρατείας που πρέπει να μειωθεί ούτως ή άλλως. Μέχρι να γίνει αυτό κανείς δε θα θέλει να επενδύσει σοβαρά στην Ελλάδα, είτε μιλάμε για μία νέα εταιρεία είτε για έναν μεγάλο ξένο όμιλο που ψάχνει μία χώρα με καλές συνθήκες για να επενδύσει (και να προσφέρει θέσεις εργασίας σε τομείς υψηλής τεχνολογίας).
Ακόμα όμως κι αν κάποιος βρει μια δουλειά που τον ενδιαφέρει ή συμβιβαστεί να κάνει κάτι έξω από το αντικείμενό του, οι συνθήκες εργασίας στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα άσχημες. Πρώτον οι μισθοί: γνωρίζω άνθρωπο με διδακτορικό (στην Ελλάδα), εργασιακή εμπειρία στο εξωτερικό, που βρήκε δουλειά πάνω στο αντικείμενό του σε μεγάλη ελληνική εταιρεία. Χρειάστηκε βέβαια να συμβιβαστεί με το ότι δε θα κάνει πλέον ερευνητική εργασία, αλλά θα διεκπεραιώνει δουλειές που πρέπει να γίνουνε. Η μεγάλη απογοήτευση όμως ήρθε από το μισθό, αφού καθαρά παίρνει λιγότερα από άτομα χωρίς εμπειρία (πολλοί δουλεύουν εκεί επειδή είχανε γνωστούς...) και χωρίς μεταπτυχιακές σπουδές. Και ενώ ήθελε να μείνει στην Ελλάδα τώρα σκέφτεται να τα παρατήσει όλα και να ξαναφύγει. Γνωρίζω πως οι μισθοί στην Ελλάδα είναι αρκετά χαμηλότεροι των αντίστοιχων ευρωπαϊκών, αλλά όταν κοροϊδεύεις/εκμεταλλεύεσαι έναν άνθρωπο που έχει επιλογή να φύγει, αυτός θα φύγει. Ένα μόνο παράδειγμα: αρχικός μισθός επίκουρου καθηγητή πανεπιστημίου (καθαρά) στην Ελλάδα: 1400 ευρώ. Οι υποψήφιοι διδάκτορες στις περισσότερες χώρες της ΕΕ βγάζουνε τουλάχιστον τα ίδια! Σε ιδιωτική εταιρεία, κάτοχος διδακτορικού μπορεί να παίρνει ακόμα λιγότερα καθαρά...
Και μια που έπιασα τα πανεπιστήμια, ένα τελευταίο σχόλιο. Είναι αδιανόητο αυτό που συμβαίνει στα μεγάλα κυρίως πανεπιστήμια (και γνωρίζω την κατάσταση στο ΕΜΠ και το ΑΠΘ), όπου ένας μεγάλος αριθμός των νέων καθηγητών είναι πρώην φοιτητές, οι οποίοι έκαναν προπτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές στο ίδιο πανεπιστήμιο, κατόπιν γίνανε λέκτορες και μετά καθηγητές. Όσο καλοί κι αν είναι σαν επιστήμονες (που δεν είναι όλοι), δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα καινούριο στο πανεπιστήμιο, γιατί απλώς δεν είχανε καμιά άλλη εμπειρία εκτός μερικών ίσως ταξιδιών για συνέδρια και συνεργασίες. Δε μαθαίνουνε καινούριες μεθόδους διδασκαλίας, δε φέρνουνε καινούρια νοοτροπία, μένουνε σε όσα ξέρανε σε όλη τους τη ζωή. Για να μη μιλήσω για τους λίγους που καταφέρνουν και βρίσκουν αξιοκρατικά θέση σε πανεπιστήμιο και τους παίρνει μερικά χρόνια να συνειδητοποιήσουν αυτά που συμβαίνουν γύρω τους, από ένα σύστημα που αντιστέκεται σε οτιδήποτε μπορεί να το αλλάξει.
Σταματάω εδώ. Όπως είπα είναι από προσωπικές εμπειρίες αυτά και ίσως δεν είναι ολοκληρωμένες προτάσεις. Και σίγουρα καμία από αυτές δε θα φέρει αποτελέσματα από τη μια μέρα στην άλλη. Όσο όμως καθυστερούμε μένουμε πολύ πίσω, ο κόσμος προχωράει!